1 ξυνδιαπολεμεω
(νῆες αἱ μετὰ Γυλίππου ξυνδιαπολεμήσασαι Thuc.)
Древнегреческо-русский словарь > ξυνδιαπολεμεω
2 συνδιαπολεμεω
Древнегреческо-русский словарь > συνδιαπολεμεω